Νεμέα

Η καρδιά της αμπελουργικής ζώνης της Νεμέας, ονομαζόταν κατά την κλασική αρχαιότητα «Φλιασία χώρα». Ο Φλίας, οικιστής της πόλης-κράτους Φλιούς, αναφέρεται στις πηγές ως πλούσιος χάρη στα αμπέλια που είχε χαρίσει στην περιοχή ο πατέρας του Διόνυσος.

ΙΣΤΟΡΙΑ

Η καρδιά της αμπελουργικής ζώνης της Νεμέας, ονομαζόταν κατά την κλασική αρχαιότητα «Φλιασία χώρα». Ο Φλίας, οικιστής της πόλης-κράτους Φλιούς, αναφέρεται στις πηγές ως πλούσιος χάρη στα αμπέλια που είχε χαρίσει στην περιοχή ο πατέρας του Διόνυσος.

Μάλιστα, τα νομίσματα της Φλιούς είχαν σύμβολα του Διονύσου, θεού της Αμπέλου και του Οίνου.

Στους αμπελώνες της καλλιεργούνταν η Φλιασία άμπελος, από σταφύλια της οποίας παραγόταν ο Φλιάσιος οίνος. Ο Φλιάσιος οίνος ήταν γνωστός σε ένα «διεθνές» κοινό, που συνέρρεε στα Νέμεα, έναν από τους σημαντικότερους αγώνες της ελληνικής αρχαιότητας.

Η πόλη Φλιούς επέζησε στους ρωμαϊκούς χρόνους, καθώς και κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Όμως τον 13ο αι., λόγω των επιδρομών (Γότθοι, Σλάβοι), οι πληθυσμοί αποσύρθηκαν από τις πεδινές περιοχές και συγκεντρώθηκαν γύρω και πάνω από το βουνό Πολύφεγγος, που δεσπόζει της κοιλάδας, δημιουργώντας δυο οικισμούς: τον πάνω και κάτω Άγιο Γεώργιο.

Από κατάστιχα της Φραγκοκρατίας, Τουρκοκρατίας και Βενετοκρατίας, προκύπτει ότι ο Άγιος Γεώργιος και τα γύρω χωριά είχαν ως κύριες καλλιέργειες τα δημητριακά και τα αμπέλια. Το κρασί ήταν το βασικότερο προϊόν γιατί ήταν εμπορεύσιμο. Τα χρόνια εκείνα ήταν φυσικό ν’ αλλάξει όνομα και ο Φλιάσιος οίνος να γίνει Αγιωργίτικο κρασί, η δε Φλιασία άμπελος να «μεταβαπτιστεί» σε Αγιωργίτικο σταφύλι.

Το 1834, όταν συστήθηκαν οι πρώτες μονάδες Τοπικής Αυτοδιοίκησης του ελληνικού κράτους, στην περιοχή δημιουργήθηκαν δυο δήμοι: ο δήμος Φλιούντος και ο δήμος Νεμέας, που είχε έδρα τον Άγιο Γεώργιο. Το 1840, όταν έγιναν οι πρώτες συγχωνεύσεις δήμων, ο δήμος Φλιούντος προσαρτήθηκε στο δήμο Νεμέας και ο Άγιος Γεώργιος μετονομάστηκε το 1923 σε Νεμέα.

Το σταφύλι και το κρασί εξακολούθησαν να λέγονται Αγιωργίτικο, από το παλαιό όνομα του χωριού. Το κρασί του Αγιώργη, "μαύρο, δυνατό, το καλύτερο κρασί του Μοριά”, το βρίσκουμε να αναφέρεται σε πολλά ταξιδιωτικά ξένα περιηγητικά βιβλία του 18ου και 19ου αιώνα, αλλά και σε πολλά ελληνικά (ιστορικά, γεωγραφικά, λαογραφικά) του 19ου αιώνα. Σήμερα, ενώ το σταφύλι λέγεται ακόμη Αγιωργίτικο, το κρασί από τα μέσα του 19ου αι, άρχισε να φέρει το όνομα του δήμου, ονομάστηκε Νεμεάτικο.

Δεδομένου ότι το Φλιάσιον πεδίον της αρχαιότητας, - το οροπέδιο της σύγχρονης Νεμέας- περιβάλλεται από πανύψηλα βουνά και η έλλειψη αμαξωτών δρόμων μέχρι και το 1960, καθιστούσε δύσκολες τις επικοινωνίες, αλλά και το γεγονός ότι η ποικιλία αμπέλου Αγιωργίτικο δεν καλλιεργούνταν – μέχρι τα τελευταία 15 χρόνια – σε καμία άλλη περιοχή της Ελλάδας ή σε άλλη ξένη χώρα, δίκαια θεωρείται το Αγιωργίτικο αυτόχθονη ποικιλία, με βαθιές ρίζες στο χρόνο.

ΑΜΠΕΛΟΤΟΠΙ

Αποτελεί τη μεγαλύτερη σε έκταση ζώνη οίνων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης της Ελλάδας και καλύπτει συνολικά πάνω από 2.000 εκτάρια, φυτεμένα με την εκλεκτότερη ερυθρή ποικιλία της νότιας Ελλάδας, το Αγιωργίτικο ή μαύρο Νεμέας.

Το κλίμα στις περιοχές όπου καλλιεργείται το Αγιωργίτικο είναι από υπόξηρο έως ύφυγρο, με ετήσιο μέσο όρο βροχοπτώσεων 700-800 χιλιοστά, ενώ η μέση θερμοκρασία κυμαίνεται από 16-18οC. Τα εδάφη είναι αργιλοπηλώδη, βαθιά, με καλή στράγγιση και γονιμότητα, ενώ η περιεκτικότητα σε ανθρακικό ασβέστιο ποικίλει. Επίσης, το υψηλό ηλιοθερμικό δυναμικό της περιοχής, σε συνδυασμό με τα διαφορετικά κατά τόπους μικροκλίματα, δημιουργούν ευνοϊκές προϋποθέσεις και δυνατότητες για εξαιρετικής ποιότητας πρώτη ύλη.

Η αμπελοκαλλιέργεια κατανέμεται σε τρεις υψομετρικές ζώνες, την πεδινή (υψόμετρο 260-350 μέτρα), την ημιορεινή (υψόμετρο 350-600 μέτρα) και την ορεινή (υψόμετρο 600-800 μέτρα). Ο αμπελώνας στη Νεμέα είναι διαμορφωμένος σε αμφίπλευρο γραμμικό σχήμα, με μέτρια πυκνή φύτευση (400-500 φυτά ανά στρέμμα).

ΠΟΙΚΙΛΙΑ

Καλλιεργείται σχεδόν αποκλειστικά στη Νεμέα, στη βόρεια ανατολική Πελοπόννησο. Μέτρια εύρωστη και παραγωγική ποικιλία. Ωριμάζει περί τα μέσα προς τέλη Σεπτεμβρίου, ανάλογα με την τοποθεσία και την απόδοση του αμπελώνα.

Το Aγιωργίτικο είναι πολυδυναμική ποικιλία διότι μπορεί ανάλογα με το υψόμετρο, τη σύσταση του εδάφους και τις εκάστοτε καλλιεργητικές μεθόδους να μας προσφέρει εξαιρετικούς οίνους ροζέ, ερυθρούς φρέσκους, ερυθρούς βαθιάς παλαίωσης, γλυκούς και ημίγλυκους, που θα εκπλήσσουν πάντα ευχάριστα τον ουρανίσκο μας.

Τα κρασιά έχουν βαθύ κόκκινο χρώμα και αρωματικά χαρακτηρίζονται από κόκκινα φρούτα (όπως ώριμες φράουλες), από μαύρες σταφίδες και καραμέλα. Τα παλαιωμένα κρασιά έχουν αρώματα μαρμελάδας ή αποξηραμένων φρούτων, όπως σύκο, δαμάσκηνο, σταφίδα. Οι τανίνες είναι μαλακές και εξελίσσονται στο χρόνο.